Για τον περίφημο "πόλεμο" ΣΥΡΙΖΑ-ΜΜΕ
Οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τις οποίες μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα επανεξετάσει το καθεστώς λειτουργίας των ΜΜΕ και θα σπάσει το κύκλωμα της διαπλοκής, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις και επικρίσεις από την πλευρά των διαπλεκόμενων. Υποστηρίζεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να «φιμώσει» τα μέσα που του ασκούν κριτική και να ακυρώσει, πρακτικά, την πολυφωνία.
Στην πραγματικότητα, αυτό που (ορθά) βρίσκεται στο στόχαστρο της Αριστεράς δεν είναι η κριτική εναντίον της ή οι φορείς της κριτικής αυτής, αλλά ένα σύστημα διαπλοκής επιχειρηματιών με πολιτικά κόμματα και στελέχη κομμάτων – ένα κύκλωμα που στο όνομα της ελεύθερης ενημέρωσης έχει επιβάλει την πλήρη ομοιομορφία στο τοπίο της ενημέρωσης. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί εδώ και χρόνια βασική διάσταση της απαξίωσης της πολιτικής χάριν της καπιταλιστικής οικονομίας και, βέβαια, βασική παράμετρο της κρίσης της δημοκρατίας.
Η δραστηριοποίηση, στο πεδίο των ΜΜΕ, επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνταν σε άλλους κλάδους ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, σε μια περίοδο πλήρους απαξίωσης των κομμάτων. Στο κλίμα αυτό, τα ιδιωτικά ΜΜΕ αυτοπροβλήθηκαν (και καθιερώθηκαν στη συνείδηση της κοινωνίας) ως «ανεξάρτητες» φωνές, συσσωρεύοντας το πολιτικό κεφάλαιο που έχαναν τα κόμματα. Σε δεύτερο χρόνο, οι επιχειρηματίες αξιοποίησαν το πολιτικό κεφάλαιο ώστε, εκβιάζοντας και υποτάσσοντας κόμματα και πολιτικό προσωπικό, να αντλούν οικονομικά οφέλη (προμήθειες από το Δημόσιο, έργα κ.ο.κ).
Η άλλη όψη της δραστηριότητας αυτού του κυκλώματος ήταν -και είναι ακόμα- οι πολιτικές «εξυπηρετήσεις» προς κόμματα και στελέχη. Εν είδει ευγνωμοσύνης λοιπόν, και με βάση τα οικονομικά τους συμφέροντα (που συχνά ταυτίζονταν αυθαίρετα με τα «εθνικά»…), καναλάρχες και εκδότες υποστήριξαν συστηματικά κάθε κρατική στρατηγική - ακόμα και αν φαινομενικά επέκριναν τα κόμματα που την οργάνωναν. Έτσι εξηγείται, μεταξύ άλλων, η στήριξη των ΜΜΕ στο πάρτυ των Ολυμπιακών Αγώνων, τις ιδιωτικοποιήσεις, την αστυνομοκρατία, και βέβαια τη μνημονιακή εθνική σωτηρία. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι σε πολλές από τις προαναφερθείσες περιπτώσεις, ιδιοκτήτες ΜΜΕ είχαν άμεσο οικονομικό όφελος.
Η ισχύς του μιντιακού-πολιτικού κυκλώματος αποδείχτηκε περίτρανα το 2004, όταν δηλαδή ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής επιχείρησε, μέσω των ρυθμίσεων για το βασικό μέτοχο, να διαλύσει το κύκλωμα, προκειμένου να απαλλαγεί από τις πολιτικές πιέσεις σε βάρος του και να αναδιατάξει το σκηνικό προς όφελός του. Οι παρεμβάσεις των εκλεκτών της διαπλοκής σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν ως αποτέλεσμα την ακύρωση των σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών, με αποτέλεσμα να επιβεβαιωθεί «ποιος τελικά κυβερνούσε αυτόν τον τόπο». Μόλις πρόσφατα, εξάλλου, η περίφημη ανεξαρτησία των μέσων και πολλών «λειτουργών» τους αποδείχτηκε για μια ακόμα φορά αδειανό πουκάμισο, αφού ήρθαν στη δημοσιότητα έγγραφα βάσει των οποίων ο Άκης Τσοχατζόπουλος είχε οργανώσει σχέδιο βελτίωσης του προφίλ του στηριγμένο σε δημοσιογράφους – ένα σχέδιο αξίας …μόλις 270.000 ευρώ.
Η παντοδυναμία των ιδιοκτητών ΜΜΕ, η ασυδοσία τους έναντι των εργαζομένων και η αναρχία που επικρατεί σήμερα στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο --την οποία ευνόησαν ή ανέχτηκαν τα σημερινά κόμματα του Μνημονίου--, σηματοδοτούν το ακριβώς αντίθετο του πλουραλισμού που υπόσχονταν στα τέλη του ’80 οι υπέρμαχοι της «απελευθέρωσης»-ιδιωτικοποίησης της ραδιοτηλεόρασης. Αντίθετα με τις διακηρύξεις, ο μέχρι τότε ασφυκτικός έλεγχος του κράτους στην ενημέρωση δεν έληξε ποτέ. Στην πραγματικότητα επιβλήθηκε ένα …outsourcing, εκχωρήθηκαν δηλαδή σε ιδιώτες λειτουργίες που μονοπωλούσε το κράτος, ενώ η κατασκευή της συναίνεσης μέσω των «ανεξάρτητων» διαύλων αποδείχτηκε μάλλον αποτελεσματικότερη.
Με αυτή την πραγματικότητα επιδιώκει να αναμετρηθεί η Αριστερά. Όχι για να επιβληθεί η ίδια στο τοπίο της ενημέρωσης, αλλά για να υπερασπιστεί την πραγματικά ελεύθερη και δημόσια λειτουργία των μέσων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου