Το κείμενο αυτό γράφεται την ώρα που η αστυνομία έχει εισβάλλει στη «Βίλα Αμαλίας» και έχει συλλάβει τους καταληψίες. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβολόγοι με βάση την ελληνική γλώσσα και την έννοια της δικαιοσύνης χωρίς εισαγωγικά, αυτοί που πραγματικά κατέλαβαν τη «Βίλα Αμαλίας» είναι η αστυνομία η οποία εκδίωξε κατοίκους αυτής της πόλης από ένα δικό τους -δημόσιο- κτίριο και τους εμποδίζει να το χρησιμοποιήσουν για στέγαση και για διάφορες κοινωφελείς εκδηλώσεις –αλληλεγγύης, πολιτιστικές, πολιτικές κ.ά.. Ένα κτίριο που το χρησιμοποιούσαν χωρίς να αποκομίσουν κανένα οικονομικό όφελος σαν αυτό που κερδίζουν π.χ. οι πολλοί γνωστοί μας καταπατητές δημοσίων εκτάσεων, χωρίς ίχνος αστυνομικού να εισβάλλει στις πανάκριβες και πραγματικές –και όχι μόνο κατ’ όνομα- βίλες τους. Αν όμως είμαστε ακριβολόγοι με βάση τη γλώσσα της αστικής νομιμότητας, τότε η αστυνομία επέβαλλε την «τάξη».
Το συγκεκριμένο περιστατικό είναι απλά η αφορμή για αυτό το άρθρο, απλά ένα επίκαιρο παράδειγμα για να θίξουμε την αντίθεση που αναδεικνύεται συνεχώς τελευταία –μια αντίθεση που θα οξυνθεί πολύ περισσότερο το επόμενο διάστημα- ανάμεσα στις έννοιες της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, του αγώνα, της κοινωνικής προσφοράς και από την άλλη στην έννοια του «σεβασμού της νομιμότητας», όπως την ορίζει το κράτος, οι νόμοι και η κυβέρνηση. Και αυτή η αντίφαση, ίσως περισσότερο από κάθε άλλο πολιτικό φορέα, εμφανίζεται στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, του φορέα των ελπίδων των λαϊκών μαζών για αντίσταση στην κοινωνική καταστροφή που σπέρνει ο καπιταλισμός και η κυβέρνηση που τον υπηρετεί.
Διάφορα τηλεπροβεβλημένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, με την κάλυψη προφανώς της πλειοψηφίας της ηγεσίας, δηλώνουν συνεχώς με απολογητικό ύφος στους τηλεεισαγγελάτους και στους κυβερνητικούς βουλευτές και εκπροσώπους, ότι επιδιώκουν την «εφαρμογή της νομιμότητας», ότι «καταδικάζουν τη βία από όπου κι αν προέρχεται» και άλλες τέτοιες παρεμφερείς δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διακηρύξει –και πολύ σωστά- ότι παλεύει εδώ και τώρα και όχι στη Δευτέρα Παρουσία, για τη σωτηρία της κοινωνίας και την αποτροπή της ανθρωπιστικής καταστροφής που φέρνει η μνημονιακή πολιτική. Το ερώτημα είναι μπορούν να συμβούν και τα δυο ταυτόχρονα; Η απάντηση είναι όχι: αν θέλεις να υπερασπίσεις την πλειοψηφία της κοινωνίας που υποφέρει, δεν μπορείς ταυτόχρονα να σεβαστείς την νομιμότητα του αστικού κράτους. Και το αντίστροφο: αν υποταχτούμε στην αστική νομιμότητα, είναι αδύνατον να παλέψουμε για «να σωθεί ο λαός».
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παρανομήσει αμέτρητες φορές μέχρι τώρα: στήριξε παράνομες φοιτητικές καταλήψεις καθώς και καταλήψεις εργασιακών χώρων από τους εργαζόμενους (με βάση τον νόμο δεν υπάρχει νόμιμη κατάληψη). Στήριξε παράνομες απεργίες. Στήριξε εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που κάνουν «αντίσταση κατά της αρχής», όταν αρνούνται να διαλυθούν από τον χημικό πόλεμο της αστυνομίας και επιπλέον φέρουν και «ύποπτες» μάσκες προστασίας και κοντάρια περιφρούρησης. Στήριξε τα κινήματα «δεν πληρώνω» στα διόδια, στα χαράτσια και αλλού. Οι οπαδοί της «νομιμότητας» και όσοι τους δίνουν πολιτική κάλυψη από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, οφείλουν να ξεκαθαρίσουν: θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε και ακόμα καλύτερα να πρωτοστατούμε σε τέτοιους παράνομους κοινωνικούς αγώνες ή θα υποταχτούμε στη νομιμότητα και θα περιοριστούμε σε δεκάρικους λόγους μέσα στη βουλή; Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε εδώ για τώρα για την οργάνωση και την αντίσταση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων για την ανατροπή της κυβέρνησης και της μνημονιακής πολιτικής ή πρέπει να γίνουμε μια «κατοικίδια αριστερά» που εκφράζουμε «κοσμίως» τη «διαφωνία» μας όσο μας επιτρέπουν τα κανάλια; Και αύριο σαν κυβέρνηση τι θα
κάνουμε για παράδειγμα σε περίπτωση κλεισίματος επιχειρήσεων; Θα στηρίξουμε τις καταλήψεις από τους εργαζόμενους, την κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση στους ιδιοκτήτες και τον εργατικό έλεγχο ή θα αφήνουμε την ανεργία και τη φτώχεια να καταστρέφει τα πάντα;
Ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ που προέρχεται κυρίως από τον ΣΥΝ, υπεκφεύγοντας –νομίζουν- αυτή την αντίφαση ανάμεσα στην τήρηση της νομιμότητας από τη μια και στην οργάνωση της αντίστασης και της αλληλεγγύης από την άλλη, επιχειρούν να στρέψουν το κύριο βάρος της δράσης του ΣΥΡΙΖΑ στις λεγόμενες «δομές αλληλεγγύης» (συλλογικές κουζίνες, κοινωνικά παντοπωλεία και ιατρεία, ανταλλακτικά παζάρια κλπ.) οι οποίες συνήθως δεν στοχοποιούνται –ακόμα- από το κράτος, ούτε τα κανάλια τολμάνε –ακόμα- να τις κατηγορήσουν. Κι όμως οι πρωτοβουλίες αυτές βρίθουν από παραβάσεις της νομιμότητας.
Ένα εστιατόριο ελέγχεται από την υγειονομική υπηρεσία για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των τροφίμων που προσφέρει. Τι εξασφάλιση για την δημόσια υγεία διαθέτουν οι συλλογικές κουζίνες, ποιος είναι υπεύθυνος αν τα φαγητά που προσφέρουν προκαλέσουν τροφική δηλητηρίαση; Ελέγχονται τα κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία από κανένα φορέα δημόσιας υγείας για την ασφάλεια των υπηρεσιών τους ώστε να μην πρόκειται για κομπογιαννίτικη ιατρική; Δεν παρανομούν οι γιατροί που περιθάλπουν μετανάστες χωρίς χαρτιά; Τηρείται η φορολογική νομοθεσία στα ανταλλακτικά παζάρια; Οι απαντήσεις στα παραπάνω ρητορικά ερωτήματα είναι προφανείς όπως και προφανές είναι το συμπέρασμα: Ακόμα και στοιχειώδεις μορφές κοινωνικής αλληλεγγύης (που δύσκολα διακρίνονται από δομές φιλανθρωπίας), δεν μπορούν να οργανωθούν με «σεβασμό» αλλά με -«κατάφωρη» που θα λέγανε και οι νομικοί- παραβίαση της αστικής νομιμότητας. Αν σεβόμασταν την νομιμότητα, ούτε ένα πιάτο φαΐ δεν θα τολμούσαμε να προσφέρουμε στον γείτονά μας, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Και αυτή η αντίφαση αλληλεγγύης και νομιμότητας γίνεται ακόμα πιο εμφανής αν πάμε σε άλλα παραδείγματα. Τι γίνεται όταν κόβουν το ρεύμα σε κάποιον επειδή δεν έχει να πληρώσει; Ο νόμιμος τρόπος είναι να μαζέψουμε τα λεφτά οι υπόλοιποι για να του πληρώνουμε εμείς το λογαριασμό. Τι θα γίνει αν τα λεφτά μας δεν φτάνουν; Θα αφήσουμε τους συνανθρώπους μας να πεθάνουν ή θα επανασυνδέουμε όλοι μαζί το ρεύμα παρανομώντας; Θα εμποδίσουμε με την –παράνομη- φυσική μας παρουσία εξώσεις που κάνουν οι τράπεζες ή το δημόσιο για –νόμιμα- χρέη; Αν τα τρόφιμα που συγκεντρώνουμε οι φτωχοί για να στηρίξουμε άλλους φτωχούς δεν φτάνουν τι θα κάνουμε; Θα σεβαστούμε την περιουσία των σουπερμάρκετ όπως επιτάσσει η νομιμότητα, αφήνοντας ανθρώπους να πεινάνε; Τι θα κάνουμε με τους άστεγους; Θα σεβαστούμε την νομιμότητα αφήνοντάς τους να πεθάνουν από το κρύο ή θα στηρίξουμε καταλήψεις των άδειων σπιτιών του δημοσίου, των μεγαλοεργολάβων, της εκκλησίας;
Εξαθλιωμένος λαός δεν μπορεί να αντισταθεί. Το καθήκον της Αριστεράς να πρωτοστατήσει ενάντια στην εξαθλίωση και την ανθρωπιστική καταστροφή είναι άμεσο και επιτακτικό. Κάποτε «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα», όπως λέει και το τραγούδι. Αυτό έγινε γιατί οργανώθηκαν παράνομες απεργίες που κέρδισαν κατακτήσεις σε είδος (γάλα κλπ.), γιατί απαλλοτριώθηκαν από τον λαό οι αποθήκες τροφίμων πολλών μαυραγοριτών, γιατί υπεράσπισαν με τα όπλα την αγροτική σοδειά ενάντια στις κατασχέσεις. Ακόμα και το ανοργάνωτο –αλλά μαζικό- φαινόμενο των «σαλταδόρων», έδωσε τη δική του μάχη ενάντια στην πείνα. Μόνο έτσι εμποδίστηκε η επανάληψη του χειμώνα του ’41 όταν το κάρο της δημαρχίας μάζευε τους νεκρούς από το δρόμο. Για να το κάνουμε αυτό σήμερα πρέπει να προτάξουμε το ηθικό απέναντι στο νόμιμο, την δικαιοσύνη απέναντι στην νομιμότητα, την ανάγκη σωτηρίας του λαού απέναντι στην σωτηρία των κερδών του κεφαλαίου. Τα κόμματα της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, η πλειοψηφία του και η μειοψηφία του, οι διάφορες πτέρυγές του και οι συνιστώσες του, οφείλουν να ξεκαθαρίσουν την θέση τους άμεσα: ή με το δίκιο και τον αγώνα του λαού ή με την αστική νομιμότητα –μέσος δρόμος δεν υπάρχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου