Πολλοί συνάδελφοι δημοσιογράφοι έχουν ήδη εκφράσει τις απόψεις τους για τον πειθαρχικό έλεγχο του αρθρογράφου της «Καθημερινής» Πάσχου Μανδραβέλη. Προσωπικά, θέλησα να περιμένω ωσότου δω την καθαρογραμμένη απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου – το αναλυτικό σκεπτικό. Τώρα που την είδα, μια απόφαση που κρίνει πειθαρχικά ελεγκτέο τον αρθρογράφο με ποινή τρίμηνη παύση από το σωματείο μας, πιστεύω ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο δώρισε απλόχερα την έννοια της ελευθερίας της έκφρασης, καθώς και τη δυνατότητα να προβληθούν ως υπέρμαχοι της προόδου και της χειραφέτησης, στον Πάσχο Μανδραβέλη και στους ομοϊδεάτες του – ένα δώρο που το εκμεταλλεύτηκαν με τη συνήθη τους επικοινωνιακή δεξιότητα. Δεξιότητα που αν τη διέθεταν, έστω και λίγο, οι παράγοντες των συνδικαλιστικών μας οργάνων, μπορεί να μην έχαναν έτσι εύκολα το δίκιο τους...
Όρεξη να έχει, υπάρχουν πολλοί λόγοι να «ελέγξει» κανείς τον Πάσχο Μανδραβέλη. Το τελευταίο ιδιαίτερα διάστημα, ο επιφανής συνάδελφος δημοσιεύει άρθρα που εκτός από καταφανώς μεροληπτικά υπέρ των πλέον ανελεύθερων και αντιδραστικών πολιτικών, είναι και γεμάτα λογικά σφάλματα, προχειρότητες, ανακρίβειες και, ορισμένες φορές, κακό ρεπορτάζ και λανθασμένα στοιχεία, ενώ έχει κατηγορηθεί ακόμη και για λογοκλοπή.
Διάφοροι έχουν κατά καιρούς ασχοληθεί με το να επισημαίνουν τέτοια σφάλματα, ανάμεσά τους κι εγώ, όπως μπορείτε να δείτε στην υπόθεση του εμπνευσμένου παραλληλισμού της διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών με τη διαδικασία του Silver Alert. Διασκεδαστική, επίσης, περίπτωση, αυτή με τη σύγχυση μεταξύ Ισλανδίας και Νορβηγίας, όπου η Ισλανδία φέρεται να μη δέχεται το ίδιο της το νόμισμα. Άλλη ωραία περίπτωση, αυτή με την ελεύθερη μετάφραση στοιχείων για τις δαπάνες στην παιδεία, ενώ μεγάλο ενδιαφέρον έχει και η καινοτόμος μέθοδος άντλησης στοιχείων «Newsweek». Με λίγα λόγια, μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο δημιουργεί την αίσθηση πως η εισαγωγή του όρου «μανδραβελισμός» έχει καθυστερήσει ανεξήγητα.
Σχεδόν οποιοδήποτε από αυτά τα ατοπήματα της αρθρογραφίας του Πάσχου Μανδραβέλη θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ενασχόλησης για τα πειθαρχικά όργανα του κλάδου μας, περισσότερο από ό,τι το επίμαχο άρθρο για την ΕΡΤ, για το οποίο ελέγχθηκε. Ακόμη και σ’ αυτό το άρθρο, όμως, το γεγονός ότι ο αρθρογράφος διατείνεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως κανένας δεν βλέπει δημόσια τηλεόραση –ισχυρισμός προφανώς ανακριβής– είναι κάτι που μου φαίνεται πολύ πιο ταιριαστό παράδειγμα αποφευκτέας δημοσιογραφίας, κατά έναν κώδικα δεοντολογίας που λέει πως ο δημοσιογράφος οφείλει «να θεωρεί προσβολή για την κοινωνία και πράξη μειωτική για τον εαυτό του τη διαστρέβλωση, την απόκρυψη, την αλλοίωση ή την πλαστογράφηση των πραγματικών περιστατικών», απ’ ό,τι αυτή καθαυτή η άποψή του ότι η ΕΡΤ είναι περιττή. Έτσι κι αλλιώς, όμως, ακόμη κι αν η ανακρίβεια αυτή θα μπορούσε να περάσει ως σχήμα λόγου, τα υπόλοιπα που ανθολογώ πιο πάνω είναι κραυγαλέες παραβάσεις οποιασδήποτε δημοσιογραφικής πρακτικής που σέβεται τον εαυτό της.
Ελάχιστοι, όμως, έχουμε ασχοληθεί με αυτά (συχνότερα δε, και σε αυτό όπως και σε άλλα θέματα στοιχειώδους κριτικής του δημοσίου λόγου, την σοβαρότερη δουλειά την κάνουν bloggers και όχι επαγγελματίες δημοσιογράφοι) και πάντως σίγουρα όχι το σωματείο μας και τα πειθαρχικά μας όργανα. Αντ’ αυτών, το Πειθαρχικό Συμβούλιο ελέγχει τον Πάσχο Μανδραβέλη, επειδή όφειλε να «μην αντιστρατεύεται με οποιονδήποτε τρόπο στις κινητοποιήσεις που αποφασίζονται, στεκόμενος αλληλέγγυος στο σωματείο μας και τους συναδέλφους». Κι αφού ασκεί το ίδιο το συμβούλιο μια κάποια κριτική στην ΕΡΤ, καταλήγει: « Δεν είναι, ως εκ τούτου, η κριτική που άσκησε ο συν. Μανδραβέλης για τον κρατικό φορέα ενημέρωσης, που δημιουργεί ζήτημα. Είναι ο χρόνος που επέλεξε για την δημοσιοποίηση των απόψεών του αυτών, επιχειρώντας ουσιαστικά με απαράδεκτο ύφος να υπονομεύσει τις κινητοποιήσεις της ΕΣΗΕΑ, στην οποία ανήκει, και να ευτελίσει το έργο και τον αγώνα των συναδέλφων του. Επιδεικνύοντας αντιδεοντολογική συμπεριφορά που εμπίπτει στον πειθαρχικό έλεγχο».
Να παρακαλούσε ο συνάδελφος, καθώς και οι υποστηρικτές του, όπως η βιβλιοφιλική εφημερίδα την οποία εκδίδει το μέλος του ΔΣ της ΕΣΗΕΑ Ηλίας Κανέλλης, καλύτερο δώρο δεν θα του είχε κάνει κανένας! Πρώτα απ’ όλα, τα περί «χρόνου που επέλεξε» είναι ασφαλώς αστεία: η δημοσιογραφική αρθρογραφία διαφέρει από την απλή καταγραφή συλλογισμών κατά το ότι συναρτάται με μια επικαιρότητα. Οποιοσδήποτε έχει εργαστεί σε ΜΜΕ ξέρει ότι το να πας έξι μήνες μετά από ένα γεγονός και να πεις «έχω μια άποψη για το τάδε» είναι λόγος να πάψεις να είσαι δημοσιογράφος. Ύστερα, επί της ουσίας, τι σημαίνει να «μην υπονομεύσει τις κινητοποιήσεις της ΕΣΗΕΑ»; Στη δική μου κατανόηση, σημαίνει ότι αν είναι κάποιος μέλος σωματείου και το σωματείο κηρύξει απεργία, οφείλει να μην σπάσει την απεργία. Η ερμηνεία περί «υπονόμευσης» διαφορετικά είναι τόσο διασταλτική που υπονομεύει τη δημοσιογραφία, όχι τις κινητοποιήσεις. Η ΕΡΤ, όπως και οποιοδήποτε ΜΜΕ, αλλά και η ίδια η ΕΣΗΕΑ, δεν είναι μόνο στοιχεία που συνθέτουν έναν χάρτη εργοδοτικής αυθαιρεσίας και εργασιακών διεκδικήσεων – όσα δηλαδή, ευλόγως, απασχολούν τον συνδικαλισμό. Είναι επίσης, μάλλον κυρίως, φορείς δημόσιου λόγου, συνεπώς φορείς πολιτικής, και ως τέτοια αποτελούν τα ίδια αντικείμενα της δημοσιογραφίας. Ως αντικείμενα της δημοσιογραφίας, λοιπόν, μπορούν κι αυτά να είναι στόχος της αρθρογραφίας. Και δεν υπάρχει υποχρεωτικά «αλληλέγγυα» αρθρογραφία, διότι αν υπάρχει, αυτό είναι όντως καταστρατήγηση της ελευθερίας της έκφρασης, όσο από τα μαλλιά κι αν τραβήξει κανείς τη διατύπωση της απόφασης.
Πάντα φυσικά μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι ένα σωματείο είναι, τρόπον τινά, μια λέσχη και ότι αν σε κάποιον δεν αρέσουν οι κανόνες της, ο δρόμος είναι ανοιχτός. Όμως ένα σωματείο δεν είναι λέσχη – είναι μια οργάνωση που με συνέπεια διεκδικεί την εκπροσώπηση των εργαζομένων ενός κλάδου. (Ενός κλάδου που, για να μην ξεχνιόμαστε, εξακολουθεί να περιλαμβάνει πολλούς εργαζόμενους που πληρώνονται από γραφεία Τύπου και κυβερνητικές υπηρεσίες, που όμως δεν τους μαθαίνουμε παρά μόνο σποραδικά, μολονότι κάποιοι –ανεπίσημοι, φημολογούμενοι και ενδεχομένως αυθαίρετοι– υπολογισμοί τους θέλουν να αποτελούν ίσαμε το ένα τρίτο των μελών/ψηφοφόρων της ΕΣΗΕΑ. Ο κλάδος περιλαμβάνει, επίσης, έναν σωρό εργαζομένων με μπλοκάκια ή στο διαδίκτυο, που όμως δεν είναι ούτε μέλη ούτε ψηφοφόροι.) Μια τέτοια οργάνωση οφείλει να έχει κανόνες που να αρμόζουν στο εύρος του εγχειρήματός της. Το ότι μπορεί πράγματι να καταφύγει σε ένα επιχείρημα που λέει «έτσι είναι κι άμα δεν σου αρέσει, φύγε», δεν σημαίνει πως δεν χάνει κάτι κάθε φορά που παγιδεύεται στο σημείο να πρέπει να το κάνει.
Το πιο σοβαρό, ωστόσο, δεν είναι καν αυτό. Είναι το εξής:
Ανήκω σε μια μερίδα συναδέλφων που εξοργιζόμαστε με την κατάσταση στα ΜΜΕ, τα οποία θεωρούμε στη συντριπτική πλειονότητά τους αναξιόπιστα κι επιβλαβή, κυρίως υπεύθυνα για το έλλειμμα πληροφόρησης και το αξιοθρήνητο επίπεδο δημοσίου διαλόγου. Τακτικές κυνικής προπαγάνδας, ωμής διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, που κάποτε θα χαρακτήριζαν περισσότερο μέσα που θα τα ονομάζαμε «κίτρινα», τώρα χαρακτηρίζουν τις μεγαλύτερες σε κυκλοφορία εφημερίδες και τους μεγαλύτερους σε τηλεθέαση τηλεοπτικούς σταθμούς. Αυτά τα ΜΜΕ είναι ο κυριότερος λόγος που η αλήθεια σε μια σειρά θέματα –από την οικονομία ως την παιδεία, από την κρατική βία ως τη διαφθορά, από τη μετανάστευση ως τους νεοναζί στο κοινοβούλιο– συσκοτίζονται συστηματικά, βλάπτοντας το κοινωνικό σύνολο, ακόμη και στον βαθμό να θρηνούμε νεκρούς. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ μας είναι το δίχως άλλο ένα από τα ειδεχθέστερα καρκινώματα της πολιτικής μας ζωής.
Απέναντι σε αυτή τη φρικαλέα κατάσταση είμαστε λίγοι αλλά πιστεύω ότι με το μέρος μας είναι και η ηγεσία των σωματείων μας. Δεν θα έβλαπτε, λοιπόν, ίσως να σκεφτούν αυτοί που την απαρτίζουν ότι περισσότερα θα προσέφεραν αν ενεργοποιούσαν επί της ουσίας τον κώδικα δεοντολογίας, φροντίζοντας να διαγραφούν αλλά και να απαξιωθούν συνάδελφοι που σταδιοδρομούν ως παραγωγοί ανακριβειών και διαστρεβλώσεων, παρά προσπαθώντας να μην χάσουν αγωνιστικά εύσημα, χαρίζοντας ευγενείς ιδέες όπως η ανεξάρτητη δημοσιογραφία και η ελευθερία της έκφρασης ακριβώς σε όσους τις εμπαίζουν καθημερινά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου