.Τάσος Παππάς
Η παράνομη μετανάστευση και η εγκληματικότητα θα είναι, σύμφωνα με τις ενδείξεις, τα θέματα που θα απασχολήσουν το δημόσιο διάλογο κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Με πρωτοβουλία των κομμάτων που κινούνται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας, τα δύο αυτά προβλήματα μπαίνουν ψηλά στην πολιτική ατζέντα, υποχρεώνοντας τα Μέσα Ενημέρωσης και τους υπόλοιπους σχηματισμούς να πάρουν θέση.
Η συνταγή είναι γνωστή και αποδεικνύεται αποτελεσματική. Η αντισυστημική Δεξιά ρίχνει στην αγορά μια εμπρηστική ιδέα, τα Μέσα Ενημέρωσης [κυρίως η τηλεόραση] «τσιμπάνε» και ξεκινά η συζήτηση από την οποία απουσιάζουν ή ακούγονται αχνά οι συνετές φωνές.
Ο αρχηγός του ΛΑΟΣ Γ. Καρατζαφέρης, στο όνομα της υπεράσπισης της οικογένειας και της πατρίδας, προτείνει την οπλοφορία και την οπλοχρησία προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κύμα της παραβατικότητας. Ο στόχος είναι προφανής: να ψαρέψει στα θολά νερά του φόβου, να εκμεταλλευτεί το κλίμα ανασφάλειας που κυριαρχεί στις υποβαθμισμένες συνοικίες και να αυξήσει
την εκλογική επιρροή του, η οποία είναι σε κάμψη μετά την απόφασή του να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Η αντίδραση από το βασικό ένοικο της πολυκατοικίας [Νέα Δημοκρατία] είναι προς την ίδια κατεύθυνση.
Ο Αντώνης Σαμαράς, θέλοντας να σταματήσει τις διαρροές προς το ΛΑΟΣ και τους «Ανεξάρτητους Έλληνες» -διαφορετικά η αυτοδυναμία δεν πρόκειται να έρθει- προσπαθεί να εμφανιστεί ως ο ηγέτης του κόμματος του νόμου και της τάξης. Υπόσχεται να βγάλει τις κουκούλες από τους «μπαχαλάκηδες», να εκκαθαρίσει με κάθε μέσο το κέντρο της πρωτεύουσας από τις εστίες του εγκλήματος και να κάνει πιο αυστηρό το θεσμικό πλαίσιο.
Βεβαίως, η μετατόπιση του κέντρου βάρους της πολιτικής ζωής προς τα δεξιά δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Ο Σαρκοζί κερδίζει πόντους από το αποτρόπαιο έγκλημα στην Τουλούζη, οι υποψήφιοι για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στις Η.Π.Α παίζουν στο γήπεδο του φανατισμού και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, στην Ευρώπη πυκνώνουν οι τάξεις εκείνων που ζητούν την επαναφορά της θανατικής ποινής, σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις παρακρατικές ομάδες και ακροδεξιές συμμορίες δρουν ανενόχλητες, ενίοτε με τη συνδρομή των διωκτικών μηχανισμών και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα αποθεώνονται από τους ντόπιους πληθυσμούς, σε χώρες με πλούσια παράδοση στον τομέα των δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών [Σουηδία, Δανία] η Ακροδεξιά ενισχύεται.
Την ίδια ώρα η Αριστερά εμφανίζεται αμήχανη. Λέει μεν τα αυτονόητα, ότι δηλαδή πρέπει να υπάρξει καθαρή απάντηση στην έξαρση του ρατσισμού, του εθνικισμού και της ξενοφοβίας, ότι δεν πρέπει να γίνουν εκπτώσεις στο κράτος δικαίου, ότι η αλληλεγγύη και η προστασία των ατομικών δικαιωμάτων είναι η πεμπτουσία του Διαφωτισμού, ότι το μείζον ζήτημα της μετανάστευσης θα λυθεί οριστικά μόνο αν θεραπευτούν οι αιτίες που το προκαλούν, ωστόσο δεν εισηγείται λύσεις που θα βελτιώνουν την καθημερινότητα των πολιτών.
Η Αριστερά απαντά με γενικές αξίες σ’ ένα πρόβλημα που έχει και την πρακτική πλευρά του. Στον θυμωμένο πολίτη που δεν μπορεί να κυκλοφορήσει ελεύθερος στη συνοικία του, στον απελπισμένο που έχει πέσει θύμα ληστείας, στον κάτοικο που βλέπει τη γειτονιά του να μετατρέπεται σε γκέτο, δεν αρκούν οι διακηρύξεις αρχών και οι συστάσεις για ψυχραιμία και ιδεολογική ετοιμότητα, προκειμένου να μην σπάσει το αβγό του φιδιού. Ούτε, φυσικά, ηχούν πειστικές οι μονότονες καταγγελίες ότι η αύξηση της αστυνόμευσης οδηγεί στην καταστολή και στην περιστολή των ελευθεριών.
Όπως και στο μέτωπο της οικονομικής κρίσης, έτσι και στα παράγωγά της [παράνομη μετανάστευση, εγκληματικότητα, ερημοποίηση μεγάλων περιοχών του πλανήτη] τη μάχη θα την κερδίσει η στρατηγική που θα προσφέρει την πιο αξιόπιστη αφήγηση.
Ο Σλαβόι Ζίζεκ έγραφε πριν από ένα χρόνο στην «Αυγή» [3-4-2011] ότι «οποιαδήποτε αφελής αριστερή προσδοκία ότι η παρούσα οικονομική κρίση διανοίγει αναπόφευκτα ένα πεδίο δράσης για τη ριζοσπαστική Αριστερά είναι το δίχως άλλο, επικίνδυνα κοντόφθαλμη». +Φοβόταν μήπως η κυρία συνέπεια της κρίσης «είναι η άνοδος του ρατσιστικού λαϊκισμού, περισσότεροι πόλεμοι, αύξηση της φτώχειας στον Τρίτο Κόσμο, εντονότεροι διαχωρισμοί μεταξύ πλουσίων και φτωχών στους κόλπους όλων των κοινωνιών».
Το στοίχημα, λοιπόν, για τις προοδευτικές δυνάμεις είναι να μην επιτρέψουν να γίνει αυτό. Πρέπει, όμως, να μετακινηθούν από τη σφαίρα της ανέξοδης ρητορικής στο πεδίο του ρεαλισμού και των πρακτικών λύσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου