Έως
πριν από λίγες ημέρες το Λονδίνο του Οντάριο, το «άλλο» ή το «καναδικό
Λονδίνο» ήταν γνωστό -υποτίθεται- ως γενέτειρα του Τζάστιν Μπίμπερ. Στο
εξής όμως τη λάμψη του έφηβου σούπερ-σταρ της ποπ θα σκιάζει ένα άλλο
διάσημο -αν και για τελείως διαφορετικούς λόγους- τέκνο της πόλης:
Ο Χρήστος Κατσιρούμπας, ένα παιδί που πριν από δύο χρόνια έφυγε από τον Καναδά προς άγνωστη κατεύθυνση για να επιστρέψει τελικά μέσα σε μια λειψανοθήκη. O 24χρονος «Xristos» ανατινάχθηκε, πιθανότατα ουρλιάζοντας «Αλάχ ουάκμπαρ», προσθέτοντας με περηφάνια και τιμή το όνομά του στη μακρά λίστα των δεκάδων νεκρών του μακελειού που έγινε τον περασμένο Ιανουάριο στο Αλγερινό διυλιστήριο της Αϊν Αμένας, αναφέρει σε αναλυτικό δημοσίευμα της εφημερίδας "Πρώτο Θέμα".
Η αντίθεση ανάμεσα στη «δασούπολη», όπως αποκαλείται το καναδικό Λονδίνο λόγω των μεγάλων εκτάσεων πρασίνου και της αλγερινής ερήμου, δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Ο Κατσιρούμπας άφησε τη μονοκατοικία με την πισίνα στην οποία είχε μάθει να ζει, περνώντας απευθείας στον σκληρό, επικίνδυνο στρατιωτικό βίο του ισλαμιστή κομάντο αυτοκτονίας.
Θα χρειάζονταν μήνες έως ότου η καναδική κυβέρνηση πειστεί ότι ένας δικός της πολίτης, ένας νέος άνθρωπος ελληνικής καταγωγής και αναθρεμμένος με τις συντηρητικές αρχές που συνήθως χαρακτηρίζουν τους μετανάστες, θα μπορούσε ποτέ να γίνει μαχητής-καμικάζι. Οι Καναδοί απαιτούσαν από τις αλγερινές αρχές αδιάσειστες αποδείξεις ότι υπήρξε, όντως, συμπατριώτης τους ανάμεσα στους τρομοκράτες που κατέλαβαν το διυλιστήριο. Τελικά επιβεβαιώθηκε ότι ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν ένας από τους εκτελεστές της φανατικής ισλαμιστικής οργάνωσης που υλοποίησε την όλη επιχείρηση.
Όσο δύσκολο και εάν είναι για τις καναδικές αρχές να το αποδεχτούν ως γεγονός, ο Κατσιρούμπας είχε εγκαταλείψει πρόθυμα τις χριστιανικές του καταβολές και όχι μόνο είχε ασπαστεί τον μωαμεθανισμό, αλλά είχε θέσει σε απόλυτη και μοναδική προτεραιότητα τις επιδιώξεις του πιο ακραίου και βίαιου κλάδου του. Με αυτές τις ιδέες να γυρίζουν στο κεφάλι του, το να σκοτώσει ή να σκοτωθεί ήταν απλώς ζήτημα χρόνου για τον Χρήστο Κατσιρούμπα.
Ο γιός των αστών μεταναστών
Ένας Ελληνοκαναδός που προέρχεται από ευκατάστατη, αστική οικογένεια, με όψη «σπασίκλα» και φιλειρηνική δράση στο λύκειο, πώς θα μπορούσε ποτέ να γίνει «Ταλιμπάν»; Η περίπτωση Κατσιρούμπα είναι εξαιρετικά παράδοξη, εξ' ού και η καναδική κοινωνία παραμένει σε κατάσταση σοκ. Ωστόσο, είναι ακριβώς στις φιλήσυχες, αδιάφορες πόλεις της αμερικανικής επαρχίας που εμφανίζονται οι ψυχωτικοί δολοφόνοι, εκείνοι που έρχονται από το πουθενά και ξεκληρίζουν εν ψυχρώ ολόκληρα σχολεία. Είναι επίσης οι υποδειγματικά τακτοποιημένες, ευνομούμενες και ευημερούσες χώρες όπως η Νορβηγία που κρύβουν στα σπλάχνα τους τα αιμοσταγή τέρατα τύπου Αντερς Μπρέιβικ.
Οι Καναδοί τώρα πια έχουν τον Χρήστο Κατσιρούμπα και τουλάχιστον άλλους δύο παιδικούς του φίλους να τους υπενθυμίζουν ότι κάτι σάπιο υπάρχει και στο δικό τους επίγειο παράδεισο. Γι' αυτό, άλλωστε, οι καναδικές αρχές απηύθυναν δημόσια έκκληση ζητώντας πληροφορίες από όποιον γνωρίζει οτιδήποτε για το πώς στρατολογήθηκαν οι νεαροί από το Λονδίνο και πώς κατέληξαν να γίνουν μαχητές-καμικάζι εν ονόματι του Αλλάχ.
Θεωρείται βέβαιο ότι εκεί, στο Λονδίνο του Οντάριο, υπήρξε κάποιος στρατολόγος, ένας κατηχητής, ο οποίος εμφύσησε στον Κατσιρούμπα και κάποιους συμμαθητές του την εξτρεμιστική ισλαμική στάση ζωής. Με άλλα λόγια οι καναδικές υπηρεσίες αναζητούν τον άνθρωπο που έπαιξε το ρόλο του πατρικού προτύπου για τον νεαρό Ελληνοκαναδό και που τελικά τον οδήγησε στο να γίνει μαχητής-καμικάζι. Ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν ευάλωτος στην επιρροή, τον πειθαναγκασμό ενδεχομένως, μιας ισχυρής ανδρικής προσωπικότητας. Εξάλλου ο πατέρας του ήταν απών από τη ζωή του, καθώς οι γονείς του είχαν χωρίσει ενώ ο Χρήστος ήταν ακόμη παιδί.
Η ύπαρξη αυτού του αναζητούμενου άγνωστου, μέχρι στιγμής, ανθρώπου περιπλέκει ακόμη περισσότερο το αίνιγμα γύρω από την πορεία του Χρήστου Κατσιρούμπα. Το ότι ο πατέρας του σήμερα εργάζεται σε εργοστάσιο κατασκευής αρμάτων μάχης, αποτελεί και αυτό άλλο ένα επιπλέον στοιχείο παραδοξότητας.
Ο Σταύρος Κατσιρούμπας, ο πατέρας του Χρήστου, είχε φτάσει στον Καναδά ως παιδί, μαζί με την οικογένειά του. Οι μετανάστες από τη Μεγαλόπολη εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο του Οντάριο, ελπίζοντας ότι η ζωή θα τους χαμογελούσε κάπως πιο πειστικά από ό,τι στην Ελλάδα. Μεγαλώνοντας ο Σταύρος επέλεξε το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου κάτι που τού εξασφάλισε μια άνετη ζωή και μια κάποια ανέλιξη στο πλαίσιο της, ούτως ή άλλως, πολυεθνικής κοινότητας του Λονδίνου. Γνώρισε τη Νίκη, επίσης Ελληνίδα και δύο φορές μετανάστρια καθώς προηγουμένως η δική της οικογένεια είχε δοκιμάσει την τύχη της στην Αυστραλία. Ο Σταύρος και η Νίκη παντρεύτηκαν και απέκτησαν δύο γιους, τον Ανδρέα και το Χρήστο, δύο αγόρια με ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά και ψηλόλιγνη σωματοδομή. Ωστόσο, η οικογενειακή ευτυχία δεν κράτησε πολύ: Καθώς ο Χρήστος γινόταν πέντε ετών, οι γονείς του αποφάσισαν να χωρίσουν και, λίγο αργότερα, να δημιουργήσουν δύο νέες οικογένειες. Ο Σταύρος πλήρωνε τη διατροφή ως όφειλε για τους γιους του, οι οποίοι πλέον ζούσαν μαζί με την μητέρα τους, τον καινούργιο της σύζυγο και τα δικά του παιδιά.
Όπως μαρτυρά φίλος της οικογένειας «ο Χρήστος δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ το διαζύγιο των γονιών του, κι αυτό θα πρέπει να τον σημάδεψε βαθιά».
Μολονότι η ζωή του ανατράπηκε σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία, ο Χρήστος δεν έδειξε το παραμικρό σημείο ότι ήταν οτιδήποτε άλλο από ένα συνηθισμένο παιδί. «Ανεκτικός», «φιλικός», «ήσυχος» είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που έδωσαν στις καναδικές αρχές γνωστοί και πρώην συμμαθητές σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Χρήστου. Προφανώς η «επιφοίτηση» και η απότομη αλλαγή πορείας που θα ακολουθούσαν προετοιμάζονταν κάπου βαθιά μέσα του.
Η μύηση στο Ισλάμ
Ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν καλός μαθητής στο δημοτικό, όμως όλα άλλαξαν στο γυμνάσιο, καθώς εκεί γνώρισε τον Αλί Μεντλέζ, έναν μωαμεθανό, ο οποίος έγινε ο κολλητός του. «Δεν ήταν και οι πιο δημοφιλείς στο σχολείο. Παρόλο που ο Μεντλέζ έπαιζε στην ομάδα ποδοσφαίρου δεν είχε πάρα πολλούς φίλους, γιατί ήταν κάπως οξύθυμος. Αλλά και ο Κατσιρούμπας, ενώ ήταν αρκετά έξυπνος και πολλές φορές προκαλούσε το θαυμασμό των άλλων παιδιών με τις γνώσεις του, δεν ήταν το πιο αγαπητό παιδί του σχολείου» λέει πρώην συμμαθητής των δύο φίλων. Παρόλ' αυτά, το σχολικό έτος 2003-4, ο Κατσιρούμπας μετείχε σε μια ομάδα «ειρηνοποιών», παιδιών δηλαδή που είχαν αναλάβει να διευθετούν τις διαφορές και τις φιλονικίες που προέκυπταν ανάμεσα στους συμμαθητές τους.
Μεντλέζ και Κατσιρούμπας άρχισαν να ενδιαφέρονται όλο και πιο έντονα για το κήρυγμα του Ισλάμ και από το 2006 άρχισαν να συχνάζουν στο τζαμί της πόλης, να προσεύχονται, να παρακολουθούν κηρύγματα, διαλέξεις κ.λπ. «Δεν ήταν πια το ίδιο άτομο, ένιωθα σαν να μην είχε πια θέληση να ζήσει όπως οι υπόλοιποι» δήλωσε σε καναδικά ΜΜΕ πρώην φίλος του Κατσιρούμπα. Ο ίδιος αποκάλυψε επίσης ότι τού είχε συστήσει να βρει μια δουλειά και να τελειώσει το σχολείο, «ήταν όμως πολύ δύσκολο πλέον να κάνουμε παρέα. Είχε άλλα ενδιαφέροντα και συνέχεια μου έλεγε να πάμε στο τζαμί, επειδή εκείνος ήθελε να πάει. Σκεφτόταν ότι αν περνούσε 2-3 ώρες μαζί μου, θα ήταν χάσιμο χρόνου».
Το επόμενο, αναμενόμενο, βήμα του Χρήστου ήταν να απομακρυνθεί από την οικογένειά του, στο πλαίσιο μιας ολικής μετάλλαξης του χαρακτήρα του. Το 2007, ένα χρόνο πριν τελειώσει το λύκειο, εγκατέλειψε το σχολείο και αφοσιώθηκε στον ισλαμισμό. Ήταν επισήμως μωαμεθανός ήδη από το 2006, είχε αλλάξει, μάλιστα, το όνομά του από Χρήστο σε Μουσταφά και μετακόμισε στο Εντμοντον, όπου και αποπειράθηκε να βρει κάποια δουλειά, χωρίς όμως επιτυχία. Άρχισε να κάνει μικροκλοπές προκειμένου να επιβιώσει, η βασική του απασχόληση ήταν όμως η μανιώδης αναζήτηση πληροφοριών σχετικά με το Ισλάμ στο διαδίκτυο, κάτι που έκανε μαζί με τον πνευματικό του αδελφό, τον Αλί Μεντλέζ. Αυτό ήταν και για τους δύο ο δρόμος για μια νέα ζωή. Κατά την ερμηνεία του Ρέι Μπόισβερτ, πρώην ανώτατο στέλεχος της καναδικής υπηρεσίας πληροφοριών «ο Κατσιρούμπας και ο Μεντλέζ έψαχναν ένα σκοπό, κάτι μεγάλο στο οποίο να πιστεύουν και να αγωνίζονται γι’ αυτό. Ήθελαν να βγουν από την αφάνεια της γειτονιάς και του σχολείου τους, γι' αυτό και επέλεξαν την τρομοκρατία. Και το πιο πιθανό είναι ότι αυτός που τους ενέπνευσε είναι κάποιος από το κοντινό τους περιβάλλον»
Τα αναπάντητα ερωτήματα
Βλέποντας ότι ο Κατσιρούμπας έχει πάρει έναν επικίνδυνο για τη ζωή του δρόμο, κάποιος συγγενής ενημέρωσε τις αρχές για τις «κακές παρέες» του νεαρού. Οι γονείς του ενημερώθηκαν επίσης, ήταν όμως πλέον τελείως ανήμποροι να ελέγξουν τον Χρήστο.
Το 2009, όπως εκτιμούν οι καναδικές αρχές, Κατσιρούμπας και Μεντλέζ στρατολογούνται στον ένοπλο αγώνα του Μοχτάρ Μπελμοχτάρ, ενός εξτρεμιστή που είχε αποσχισθεί από την Αλ Κάιντα. Ο Μπελμοχτάρ θα αποδεικνυόταν ο μοιραίος άνθρωπος, καθώς υπό τις δικές του εντολές ο Κατσιρούμπας θα μετείχε στην αιματηρή επιχείρηση του αλγερινού διυλιστηρίου.
Παρόλο που ο Μεντλέζ έχει παντρευτεί το 2012, δεν δίστασε να ακολουθήσει τον Κατσιρούμπα, εγκαταλείποντας τον Καναδά. Τα ίχνη των δύο φίλων χάθηκαν για αρκετό καιρό -έως πριν από μια εβδομάδα, όταν ανακοινώθηκαν τα ονόματά τους από την κρατική καναδική τηλεόραση. «Είμαι συγκλονισμένη, δεν μπορώ να πιστέψω. Θυμάμαι το Χρήστο μαζί με τον αδελφό του να έρχονται στο μαγαζί μου και να αγοράζουν τα γλυκά που τους άρεσαν» είπε η Μαρία Τακρότα ιδιοκτήτρια ενός ζαχαροπλαστείου στο Οντάριο. Ο Σταύρος Κατσιρούμπας, όπως και ο αδελφός του Κώστας, ο οποίος είναι επίσης αντιπρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου αρνούνται να μιλήσουν σχετικά με το Χρήστο. «Δεν έχω να κάνω κανένα σχόλιο» είπε στο Πρώτο ΘΕΜΑ ο θείος του νεκρού, ενώ ο πατέρας του επικαλέστηκε την αστυνομία, η οποία τού έχει απαγορεύσει να κάνει οποιαδήποτε δημόσια δήλωση για το γιό του.
Κι έτσι, το τι ακριβώς συνέβη στο μυαλό του Χρήστου Κατσιρούμπα θα μείνει απορία χωρίς απάντηση. Το πώς προσκολλήθηκε φανατικά σε μια πίστη που εμφανίστηκε μπροστά του σαν θεραπεία η οποία θα τον απάλλασσε από τα υπαρξιακά του κενά, το πώς βρέθηκε στη Σαχάρα να εκδικείται τη Γαλλία για την επέμβασή της στο Μαλί συλλαμβάνοντας και, πιθανότατα, εκτελώντας άμαχους ομήρους πριν σκοτωθεί και ο ίδιος, θα εξακολουθήσει να αποτελεί μυστήριο.
Ο Χρήστος Κατσιρούμπας, ένα παιδί που πριν από δύο χρόνια έφυγε από τον Καναδά προς άγνωστη κατεύθυνση για να επιστρέψει τελικά μέσα σε μια λειψανοθήκη. O 24χρονος «Xristos» ανατινάχθηκε, πιθανότατα ουρλιάζοντας «Αλάχ ουάκμπαρ», προσθέτοντας με περηφάνια και τιμή το όνομά του στη μακρά λίστα των δεκάδων νεκρών του μακελειού που έγινε τον περασμένο Ιανουάριο στο Αλγερινό διυλιστήριο της Αϊν Αμένας, αναφέρει σε αναλυτικό δημοσίευμα της εφημερίδας "Πρώτο Θέμα".
Η αντίθεση ανάμεσα στη «δασούπολη», όπως αποκαλείται το καναδικό Λονδίνο λόγω των μεγάλων εκτάσεων πρασίνου και της αλγερινής ερήμου, δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Ο Κατσιρούμπας άφησε τη μονοκατοικία με την πισίνα στην οποία είχε μάθει να ζει, περνώντας απευθείας στον σκληρό, επικίνδυνο στρατιωτικό βίο του ισλαμιστή κομάντο αυτοκτονίας.
Θα χρειάζονταν μήνες έως ότου η καναδική κυβέρνηση πειστεί ότι ένας δικός της πολίτης, ένας νέος άνθρωπος ελληνικής καταγωγής και αναθρεμμένος με τις συντηρητικές αρχές που συνήθως χαρακτηρίζουν τους μετανάστες, θα μπορούσε ποτέ να γίνει μαχητής-καμικάζι. Οι Καναδοί απαιτούσαν από τις αλγερινές αρχές αδιάσειστες αποδείξεις ότι υπήρξε, όντως, συμπατριώτης τους ανάμεσα στους τρομοκράτες που κατέλαβαν το διυλιστήριο. Τελικά επιβεβαιώθηκε ότι ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν ένας από τους εκτελεστές της φανατικής ισλαμιστικής οργάνωσης που υλοποίησε την όλη επιχείρηση.
Όσο δύσκολο και εάν είναι για τις καναδικές αρχές να το αποδεχτούν ως γεγονός, ο Κατσιρούμπας είχε εγκαταλείψει πρόθυμα τις χριστιανικές του καταβολές και όχι μόνο είχε ασπαστεί τον μωαμεθανισμό, αλλά είχε θέσει σε απόλυτη και μοναδική προτεραιότητα τις επιδιώξεις του πιο ακραίου και βίαιου κλάδου του. Με αυτές τις ιδέες να γυρίζουν στο κεφάλι του, το να σκοτώσει ή να σκοτωθεί ήταν απλώς ζήτημα χρόνου για τον Χρήστο Κατσιρούμπα.
Ο γιός των αστών μεταναστών
Ένας Ελληνοκαναδός που προέρχεται από ευκατάστατη, αστική οικογένεια, με όψη «σπασίκλα» και φιλειρηνική δράση στο λύκειο, πώς θα μπορούσε ποτέ να γίνει «Ταλιμπάν»; Η περίπτωση Κατσιρούμπα είναι εξαιρετικά παράδοξη, εξ' ού και η καναδική κοινωνία παραμένει σε κατάσταση σοκ. Ωστόσο, είναι ακριβώς στις φιλήσυχες, αδιάφορες πόλεις της αμερικανικής επαρχίας που εμφανίζονται οι ψυχωτικοί δολοφόνοι, εκείνοι που έρχονται από το πουθενά και ξεκληρίζουν εν ψυχρώ ολόκληρα σχολεία. Είναι επίσης οι υποδειγματικά τακτοποιημένες, ευνομούμενες και ευημερούσες χώρες όπως η Νορβηγία που κρύβουν στα σπλάχνα τους τα αιμοσταγή τέρατα τύπου Αντερς Μπρέιβικ.
Οι Καναδοί τώρα πια έχουν τον Χρήστο Κατσιρούμπα και τουλάχιστον άλλους δύο παιδικούς του φίλους να τους υπενθυμίζουν ότι κάτι σάπιο υπάρχει και στο δικό τους επίγειο παράδεισο. Γι' αυτό, άλλωστε, οι καναδικές αρχές απηύθυναν δημόσια έκκληση ζητώντας πληροφορίες από όποιον γνωρίζει οτιδήποτε για το πώς στρατολογήθηκαν οι νεαροί από το Λονδίνο και πώς κατέληξαν να γίνουν μαχητές-καμικάζι εν ονόματι του Αλλάχ.
Θεωρείται βέβαιο ότι εκεί, στο Λονδίνο του Οντάριο, υπήρξε κάποιος στρατολόγος, ένας κατηχητής, ο οποίος εμφύσησε στον Κατσιρούμπα και κάποιους συμμαθητές του την εξτρεμιστική ισλαμική στάση ζωής. Με άλλα λόγια οι καναδικές υπηρεσίες αναζητούν τον άνθρωπο που έπαιξε το ρόλο του πατρικού προτύπου για τον νεαρό Ελληνοκαναδό και που τελικά τον οδήγησε στο να γίνει μαχητής-καμικάζι. Ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν ευάλωτος στην επιρροή, τον πειθαναγκασμό ενδεχομένως, μιας ισχυρής ανδρικής προσωπικότητας. Εξάλλου ο πατέρας του ήταν απών από τη ζωή του, καθώς οι γονείς του είχαν χωρίσει ενώ ο Χρήστος ήταν ακόμη παιδί.
Η ύπαρξη αυτού του αναζητούμενου άγνωστου, μέχρι στιγμής, ανθρώπου περιπλέκει ακόμη περισσότερο το αίνιγμα γύρω από την πορεία του Χρήστου Κατσιρούμπα. Το ότι ο πατέρας του σήμερα εργάζεται σε εργοστάσιο κατασκευής αρμάτων μάχης, αποτελεί και αυτό άλλο ένα επιπλέον στοιχείο παραδοξότητας.
Ο Σταύρος Κατσιρούμπας, ο πατέρας του Χρήστου, είχε φτάσει στον Καναδά ως παιδί, μαζί με την οικογένειά του. Οι μετανάστες από τη Μεγαλόπολη εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο του Οντάριο, ελπίζοντας ότι η ζωή θα τους χαμογελούσε κάπως πιο πειστικά από ό,τι στην Ελλάδα. Μεγαλώνοντας ο Σταύρος επέλεξε το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου κάτι που τού εξασφάλισε μια άνετη ζωή και μια κάποια ανέλιξη στο πλαίσιο της, ούτως ή άλλως, πολυεθνικής κοινότητας του Λονδίνου. Γνώρισε τη Νίκη, επίσης Ελληνίδα και δύο φορές μετανάστρια καθώς προηγουμένως η δική της οικογένεια είχε δοκιμάσει την τύχη της στην Αυστραλία. Ο Σταύρος και η Νίκη παντρεύτηκαν και απέκτησαν δύο γιους, τον Ανδρέα και το Χρήστο, δύο αγόρια με ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά και ψηλόλιγνη σωματοδομή. Ωστόσο, η οικογενειακή ευτυχία δεν κράτησε πολύ: Καθώς ο Χρήστος γινόταν πέντε ετών, οι γονείς του αποφάσισαν να χωρίσουν και, λίγο αργότερα, να δημιουργήσουν δύο νέες οικογένειες. Ο Σταύρος πλήρωνε τη διατροφή ως όφειλε για τους γιους του, οι οποίοι πλέον ζούσαν μαζί με την μητέρα τους, τον καινούργιο της σύζυγο και τα δικά του παιδιά.
Όπως μαρτυρά φίλος της οικογένειας «ο Χρήστος δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ το διαζύγιο των γονιών του, κι αυτό θα πρέπει να τον σημάδεψε βαθιά».
Μολονότι η ζωή του ανατράπηκε σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία, ο Χρήστος δεν έδειξε το παραμικρό σημείο ότι ήταν οτιδήποτε άλλο από ένα συνηθισμένο παιδί. «Ανεκτικός», «φιλικός», «ήσυχος» είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που έδωσαν στις καναδικές αρχές γνωστοί και πρώην συμμαθητές σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Χρήστου. Προφανώς η «επιφοίτηση» και η απότομη αλλαγή πορείας που θα ακολουθούσαν προετοιμάζονταν κάπου βαθιά μέσα του.
Η μύηση στο Ισλάμ
Ο Χρήστος Κατσιρούμπας ήταν καλός μαθητής στο δημοτικό, όμως όλα άλλαξαν στο γυμνάσιο, καθώς εκεί γνώρισε τον Αλί Μεντλέζ, έναν μωαμεθανό, ο οποίος έγινε ο κολλητός του. «Δεν ήταν και οι πιο δημοφιλείς στο σχολείο. Παρόλο που ο Μεντλέζ έπαιζε στην ομάδα ποδοσφαίρου δεν είχε πάρα πολλούς φίλους, γιατί ήταν κάπως οξύθυμος. Αλλά και ο Κατσιρούμπας, ενώ ήταν αρκετά έξυπνος και πολλές φορές προκαλούσε το θαυμασμό των άλλων παιδιών με τις γνώσεις του, δεν ήταν το πιο αγαπητό παιδί του σχολείου» λέει πρώην συμμαθητής των δύο φίλων. Παρόλ' αυτά, το σχολικό έτος 2003-4, ο Κατσιρούμπας μετείχε σε μια ομάδα «ειρηνοποιών», παιδιών δηλαδή που είχαν αναλάβει να διευθετούν τις διαφορές και τις φιλονικίες που προέκυπταν ανάμεσα στους συμμαθητές τους.
Μεντλέζ και Κατσιρούμπας άρχισαν να ενδιαφέρονται όλο και πιο έντονα για το κήρυγμα του Ισλάμ και από το 2006 άρχισαν να συχνάζουν στο τζαμί της πόλης, να προσεύχονται, να παρακολουθούν κηρύγματα, διαλέξεις κ.λπ. «Δεν ήταν πια το ίδιο άτομο, ένιωθα σαν να μην είχε πια θέληση να ζήσει όπως οι υπόλοιποι» δήλωσε σε καναδικά ΜΜΕ πρώην φίλος του Κατσιρούμπα. Ο ίδιος αποκάλυψε επίσης ότι τού είχε συστήσει να βρει μια δουλειά και να τελειώσει το σχολείο, «ήταν όμως πολύ δύσκολο πλέον να κάνουμε παρέα. Είχε άλλα ενδιαφέροντα και συνέχεια μου έλεγε να πάμε στο τζαμί, επειδή εκείνος ήθελε να πάει. Σκεφτόταν ότι αν περνούσε 2-3 ώρες μαζί μου, θα ήταν χάσιμο χρόνου».
Το επόμενο, αναμενόμενο, βήμα του Χρήστου ήταν να απομακρυνθεί από την οικογένειά του, στο πλαίσιο μιας ολικής μετάλλαξης του χαρακτήρα του. Το 2007, ένα χρόνο πριν τελειώσει το λύκειο, εγκατέλειψε το σχολείο και αφοσιώθηκε στον ισλαμισμό. Ήταν επισήμως μωαμεθανός ήδη από το 2006, είχε αλλάξει, μάλιστα, το όνομά του από Χρήστο σε Μουσταφά και μετακόμισε στο Εντμοντον, όπου και αποπειράθηκε να βρει κάποια δουλειά, χωρίς όμως επιτυχία. Άρχισε να κάνει μικροκλοπές προκειμένου να επιβιώσει, η βασική του απασχόληση ήταν όμως η μανιώδης αναζήτηση πληροφοριών σχετικά με το Ισλάμ στο διαδίκτυο, κάτι που έκανε μαζί με τον πνευματικό του αδελφό, τον Αλί Μεντλέζ. Αυτό ήταν και για τους δύο ο δρόμος για μια νέα ζωή. Κατά την ερμηνεία του Ρέι Μπόισβερτ, πρώην ανώτατο στέλεχος της καναδικής υπηρεσίας πληροφοριών «ο Κατσιρούμπας και ο Μεντλέζ έψαχναν ένα σκοπό, κάτι μεγάλο στο οποίο να πιστεύουν και να αγωνίζονται γι’ αυτό. Ήθελαν να βγουν από την αφάνεια της γειτονιάς και του σχολείου τους, γι' αυτό και επέλεξαν την τρομοκρατία. Και το πιο πιθανό είναι ότι αυτός που τους ενέπνευσε είναι κάποιος από το κοντινό τους περιβάλλον»
Τα αναπάντητα ερωτήματα
Βλέποντας ότι ο Κατσιρούμπας έχει πάρει έναν επικίνδυνο για τη ζωή του δρόμο, κάποιος συγγενής ενημέρωσε τις αρχές για τις «κακές παρέες» του νεαρού. Οι γονείς του ενημερώθηκαν επίσης, ήταν όμως πλέον τελείως ανήμποροι να ελέγξουν τον Χρήστο.
Το 2009, όπως εκτιμούν οι καναδικές αρχές, Κατσιρούμπας και Μεντλέζ στρατολογούνται στον ένοπλο αγώνα του Μοχτάρ Μπελμοχτάρ, ενός εξτρεμιστή που είχε αποσχισθεί από την Αλ Κάιντα. Ο Μπελμοχτάρ θα αποδεικνυόταν ο μοιραίος άνθρωπος, καθώς υπό τις δικές του εντολές ο Κατσιρούμπας θα μετείχε στην αιματηρή επιχείρηση του αλγερινού διυλιστηρίου.
Παρόλο που ο Μεντλέζ έχει παντρευτεί το 2012, δεν δίστασε να ακολουθήσει τον Κατσιρούμπα, εγκαταλείποντας τον Καναδά. Τα ίχνη των δύο φίλων χάθηκαν για αρκετό καιρό -έως πριν από μια εβδομάδα, όταν ανακοινώθηκαν τα ονόματά τους από την κρατική καναδική τηλεόραση. «Είμαι συγκλονισμένη, δεν μπορώ να πιστέψω. Θυμάμαι το Χρήστο μαζί με τον αδελφό του να έρχονται στο μαγαζί μου και να αγοράζουν τα γλυκά που τους άρεσαν» είπε η Μαρία Τακρότα ιδιοκτήτρια ενός ζαχαροπλαστείου στο Οντάριο. Ο Σταύρος Κατσιρούμπας, όπως και ο αδελφός του Κώστας, ο οποίος είναι επίσης αντιπρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου αρνούνται να μιλήσουν σχετικά με το Χρήστο. «Δεν έχω να κάνω κανένα σχόλιο» είπε στο Πρώτο ΘΕΜΑ ο θείος του νεκρού, ενώ ο πατέρας του επικαλέστηκε την αστυνομία, η οποία τού έχει απαγορεύσει να κάνει οποιαδήποτε δημόσια δήλωση για το γιό του.
Κι έτσι, το τι ακριβώς συνέβη στο μυαλό του Χρήστου Κατσιρούμπα θα μείνει απορία χωρίς απάντηση. Το πώς προσκολλήθηκε φανατικά σε μια πίστη που εμφανίστηκε μπροστά του σαν θεραπεία η οποία θα τον απάλλασσε από τα υπαρξιακά του κενά, το πώς βρέθηκε στη Σαχάρα να εκδικείται τη Γαλλία για την επέμβασή της στο Μαλί συλλαμβάνοντας και, πιθανότατα, εκτελώντας άμαχους ομήρους πριν σκοτωθεί και ο ίδιος, θα εξακολουθήσει να αποτελεί μυστήριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου